Ο Ζαν Λυκ Γκοντάρ, ο απόλυτος σκηνοθέτης και πρωτοπόρος της Nouvelle Vague, πέθανε την Τρίτη 13 Σεπτεμβρίου σε ηλικία 91 ετών, όπως έκανε γνωστό η γαλλική εφημερίδα Liberation. Αφήνει πίσω του μια καριέρα γεμάτη αριστουργήματα και παρεξηγήσεις που τον έκαναν θρύλο κατά τη διάρκεια της ζωής του.

Η ενασχόληση του με θέματα που θεωρούνταν ταμπού καθώς και με νέες τεχνικές τάραξαν το κινηματογραφικό κατεστημένο και ενέπνευσαν εικονοκλάστες σκηνοθέτες δεκαετίες μετά την κορύφωση της καριέρας του στα χρόνια του 1960.

Ο σκηνοθέτης του «Με κομμένη την ανάσα» σκηνοθέτησε συνολικά πάνω από 100 ταινίες. Αιρετικός για την εποχή του αμφισβήτησε έντονα τις κινηματογραφικές φόρμες του Χόλιγουντ αλλά και του γαλλικού κινηματογράφου.

 

Άφησε πίσω του σπουδαίο έργο και εμβληματικές ταινίες που έχουν περάσει στην ιστορία του σινεμά όπως «Ο Τρελός Πιερό», η «Περιφρόνηση», «Ζούσε τη Ζωή της», «Αλφαβίλ».

Το 1949, o Ζαν-Λυκ Γκοντάρ βρίσκεται στο Παρίσι για να σπουδάσει εθνολογία στη Σορβόννη. Εκεί θα γνωρίσει και θα συναναστραφεί με τους Κλοντ Σαμπρόλ, Φρανσουά Τρυφώ, Έρικ Ρομέρ και Ζακ Ριβέτ – τους σκηνοθέτες και κινηματογραφιστές δηλαδή που μετέπειτα θα στελεχώσουν το κίνημα της Νουβέλ Βαγκ (Nouvelle Vague).

Στον κινηματογράφο όλα επιτρέπονται
Το 1950, μαζί με τους Τρυφώ και Ριβέτ εκδίδει το περιοδικό Gazette du Cinema, γράφει για το σινεμά και παράλληλα παίζει σε ταινίες των Ριβέτ και Ρομέρ. Το 1952 ξεκινά η συνεργασία του με το θρυλικό περιοδικό Cahiers du Cinema του Αντρέ Μπαζέν. Με τα χρήματα που συγκεντρώνει, θα γυρίσει την πρώτη του μικρού μήκους ταινία, το ντοκιμαντέρ «Επιχείρηση Μπετόν» (1954). Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’50 θα ολοκληρώσει ακόμη τέσσερις ταινίες μικρού μήκους.

Έντονα επηρεασμένος από σκηνοθέτες όπως οι Ζαν Ρενουάρ, Νίκολας Ρέι, Ρομπέρ Μπρεσόν, Ρομπέρτο Ροσελίνι και Ζαν Ρους, ο Γκοντάρ θα προσπαθήσει εξαρχής – σε αντίθεση με τον φίλο και συνάδελφό του Τρυφώ – να εντάξει την προσωπική του ζωή, αλλά και τις πολιτικές του πεποιθήσεις, στις ταινίες του αλλά και να δείξει ότι στον κινηματογράφο «όλα επιτρέπονται». 

«Ήθελα να ξεκινήσω από μια ιστορία συμβατική και να ανακατασκευάσω, με διαφορετικό τρόπο, ό,τι είχε γίνει μέχρι τότε στον κινηματογράφο. Ήθελα επίσης να δώσω την εντύπωση ότι τα κινηματογραφικά μέσα ανακαλύπτονταν ή δοκιμάζονταν για πρώτη φορά», θα πει χαρακτηριστικά ο Γκοντάρ σε μία από τις πρώτες του συνεντεύξεις στο περιοδικό Cahiers du Cinema το 1962.

Κάμερα στο χέρι, αυτοσχεδιασμός, μακράς διάρκειας πλάνα, jump cuts, δοκιμιογραφικός λόγος, παράθεση λογοτεχνικών και φιλοσοφικών κειμένων είναι μόνο μερικές από τις πρωτοποριακές λύσεις που εφάρμοσε για πρώτη φορά. 

Η αλληλεπίδραση με τον Μάη του ’68
Από το 1966 ως το 1968, ο σκηνοθέτης δημιουργεί ταινίες έντονα επηρεασμένες από τα πολιτικά γεγονότα της τρέχουσας δεκαετίας και τα κοινωνικοπολιτικά ρεύματα που αναδύθηκαν από τις ταραχές του Μάη του ’68.

Με τον Ζαν-Πιερ Γκορέν, ο Γκοντάρ θα ιδρύσει την ομάδα Τζίγκα Βερτόφ και θα αποποιηθεί τον τίτλο του δημιουργού και τον ρόλο του κινηματογράφου. Δημιουργεί μία σειρά ταινιών που είναι ριζοσπαστικές ως προς το περιεχόμενο και το ύφος τους και βασίζονταν ως επί το πλείστον, στις ιδέες της πάλης των τάξεων και τον διαλεκτικό υλισμό.

Ο Ζαν Λυκ Γκοντάρ συνεχίζει να κινηματογραφεί για πολλά χρόνια ακόμα, αποτελώντας έμπνευση για πολλούς νέους δημιουργούς. Το 2021 σε ηλικία 90 ετών δηλώνει ότι αποφασίζει να πει αντίο στον κινηματογράφο. «Ολοκληρώνω τη ζωή μου στον κινηματογράφο, τη ζωή μου ως σκηνοθέτης, με αυτά τα δύο σενάρια -«Scenario» και «Funny Wars»- και μετά θα πω «αντίο σινεμά» δήλωσε σε συνέντευξή του στο 25ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Κεράλα στην Ινδία.in.gr