Καρδιαγγειακά νοσήματα, καρκίνος και ασθένειες του αναπνευστικού είναι οι τρεις κύριες αιτίες θανάτου των Ελλήνων, σε ποσοστά που τις τελευταίες δεκαετίες κυμαίνονται περίπου στο 39%, 28% και 13%, αντίστοιχα.
Παρ’ όλα αυτά, τη δεκαετία 2009-2018 ο αριθμός των ασθενών που πήραν εξιτήριο από τα δημόσια νοσοκομεία αυξήθηκε κατά 30%, λόγω της γήρανσης του πληθυσμού, αλλά και γιατί στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης λιγότεροι πολίτες απευθύνονταν στα ιδιωτικά νοσοκομεία για υπηρεσίες υγείας.
Σήμερα σχεδόν 1 στους 4 Έλληνες αντιμετωπίζει κάποια χρόνια πάθηση, 7 στους 10 είναι παχύσαρκοι ή υπέρβαροι, 4 στους 10 είναι «σωματικά αδρανείς» (δεν γυμνάζονται καθόλου), ενώ τα ποσοστά καπνιστών είναι πολύ υψηλά και η εμβολιαστική κάλυψη ενηλίκων είναι πολύ χαμηλή σε σχέση με άλλες ανεπτυγμένες χώρες.
Από τις υψηλότερες καταστροφικές δαπάνες στον ΟΟΣΑ έχει η Ελλάδα – Στον αέρα οι προϋπολογισμοί του 9,7% των νοικοκυριών
Στις διαπιστώσεις αυτές καταλήγουν ο ομ. καθηγητής Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής του ΕΚΠΑ Γιάννης Τούντας σε συνεργασία με άλλους έξι ακαδημαϊκούς τους καθηγητές Χρήστο Λιονή, Μιλτιάδη Νεκτάριο, Κυριάκο Σουλιώτη, Γιάννη Υφαντόπουλο, Τάσο Φιλαλήθη και τον εκλιπόντα Γιάννη Κυριόπουλο, οι οποίοι εκπόνησαν για λογαριασμό της διαΝΕΟσις μια εκτενή, ολοκληρωμένη και τεκμηρωμένη πρόταση για την αναμόρφωση του ΕΣΥ το 2020. Η έκθεση παρουσιάστηκε στη σημερινή πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας και κατά τη συζήτηση δόθηκε έμφαση στην ανάπτυξη ενός σύγχρονου, αποκεντρωμένου δημόσιου συστήματος υγείας, με έμφαση στην κοινωνική ισότητα, την κλινική αποτελεσματικότητα και την οικονομική βιωσιμότητα.
Οι ερευνητές καταγράφοντας τις παθογένειες του ισχύοντος συστήματος επισημαίνουν πως «μόνο με την υιοθέτηση ενός νέου συνολικού προτύπου με ριζικές τομές σε όλες τις υφιστάμενες παθογένειες θα μπορέσει το ΕΣΥ από κακοδιοικούμενη και αναποτελεσματική δημόσια υπηρεσία να μετατραπεί σε σύγχρονο και αποτελεσματικό δημόσιο οργανισμό, ικανό να εξασφαλίσει σε κάθε Έλληνα πολίτη την ελεύθερη επιλογή για την αναγκαία περίθαλψη και φροντίδα».
Σύμφωνα με τους ίδιους, «η διαδικασία της προτεινόμενης ανασυγκρότησης του Εθνικού Συστήματος Υγείας μπορεί να ολοκληρωθεί σε χρονικό διάστημα τριών ετών».
Κάλυψη αναγκών
Παρά τις αυξημένες ανάγκες, οι Έλληνες δεν έχουν ικανοποιητική κάλυψη από το σύστημα υγείας της χώρας.
- 1 στους 5 δηλώνουν ότι δεν έλαβαν υπηρεσίες (μια εξέταση ή μια διάγνωση ή θεραπεία) παρ’ όλο που την είχαν ανάγκη, κυρίως για λόγους υψηλού κόστους.
- 1 στους 3 καρκινοπαθείς δηλώνει ότι είχε πρόβλημα στην πρόσβαση στον γιατρό του,
- 1 στους 4 είχε πρόβλημα στην πρόσβαση στο φάρμακο.
- Το 60% των διαβητικών και των υπερτασικών αντιμετώπισαν πρόβλημα στην πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας λόγω του κόστους.
Χρηματοδότηση
Παρότι θεωρητικά οι υπηρεσίες υγείας στη χώρα μας είναι δωρεάν, και μάλιστα το σύστημα υγείας χρηματοδοτείται και από τους φόρους και από το ασφαλιστικό σύστημα, εμείς πληρώνουμε πάρα πολλά και από την τσέπη μας.
Μεγάλο μέρος από αυτές τις ιδιωτικές δαπάνες είναι «άτυπες πληρωμές», οι οποίες αποτελούν μέρος της παραοικονομίας και αφορούν κυρίως την παράκαμψη της σειράς αναμονής ή και την εξασφάλιση καλύτερης ποιότητας υπηρεσιών.
Κανείς δεν ξέρει το ακριβές ύψος αυτών των δαπανών, αλλά κάποιες μετρήσεις τις υπολογίζουν έως και στο 20% του οικογενειακού προϋπολογισμού.
Νοικοκυριά «στον αέρα»
Όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, αυτό είναι εξαιρετικά σοβαρό φαινόμενο, καθώς δαπάνες άνω του 20% του εισοδήματος για ιατροφαρμακευτικές δαπάνες είναι το όριο των επονομαζόμενων «καταστροφικών δαπανών».
Έτσι αποκαλούνται διεθνώς οι δαπάνες υγείας οι οποίες τινάζουν στον αέρα τον προϋπολογισμό ενός νοικοκυριού και μπορούν να το σπρώξουν στη φτωχοποίηση.
Τα προηγμένα συστήματα υγείας είναι έτσι σχεδιασμένα, ώστε λίγα νοικοκυριά να καταδικάζονται στη φτώχεια όταν προκύπτει ένα έκτακτο πρόβλημα υγείας ή ένα χρόνιο νόσημα.
Η χώρα μας δυστυχώς εμφανίζει ένα από τα υψηλότερα ποσοστά καταστροφικών δαπανών για την υγεία ανάμεσα τις χώρες του ΟΟΣΑ: φτάνει το 9,7% των νοικοκυριών.
Πάντως, κατά τη διάρκεια της κρίσης οι δαπάνες για την υγεία μειώθηκαν. O «μνημονιακός» στόχος ήταν ο περιορισμός των δημόσιων δαπανών στο 6% του ΑΕΠ, και ειδικότερα της δημόσιας δαπάνης για φάρμακα στο 1% του ΑΕΠ. Το πιάσαμε αυτό το όριο από το 2011 κιόλας -πλέον η δημόσια δαπάνη βρίσκεται περίπου στο 5%, την ώρα που ο μέσος όρος στις χώρες της Ε.Ε. είναι 7%. Οι δε συνολικές δαπάνες υγείας το 2016 έφτασαν το 8,45% του ΑΕΠ, από 9,47% που ήταν το 2009 (μέσος όρος ΟΟΣΑ: 15,3%). Μόνο την περίοδο 2012-2016 η μείωση έφτασε τα 14,7 δισ. ευρώ.
Τι πληρώνουμε;
Σήμερα στη χώρα υπάρχουν συνολικά 277 νοσοκομεία τα οποία διαθέτουν 45.267 κλίνες. Από αυτά, τα 147 είναι ιδιωτικές κλινικές, 5 είναι νοσοκομεία με μορφή ΝΠΙΔ και 125 είναι ΝΠΔΔ, που ανήκουν στο ΕΣΥ. Ακόμα, 201 Κέντρα Υγείας και περίπου 200 πρώην πολυϊατρεία του ΙΚΑ συγκροτούν μαζί το Πρωτοβάθμιο Εθνικό Δίκτυο Υγείας (ΠΕΔΥ). Επιπλέον, υπάρχουν 1.487 περιφερειακά ιατρεία στις αγροτικές περιοχές και 127 Τοπικές Μονάδες Υγείας (ΤοΜΥ) σε αστικές περιοχές, που ιδρύθηκαν πρόσφατα. Όλες αυτές οι μονάδες υπάγονται σε 7 Υγειονομικές Περιφέρειες, οι οποίες ασκούν κυρίως εποπτικό και συντονιστικό ρόλο. Τη διοίκηση την ασκεί κυρίως κεντρικά το υπουργείο Υγείας και ο εκάστοτε υπουργός, που διορίζει και τους διευθυντές και τα Δ.Σ. των νοσοκομείων. Οι Υγειονομικές Περιφέρειες διορίζουν τους διευθυντές των Κέντρων Υγείας.
Παρ’ ότι οι ιδιωτικές κλινικές είναι περισσότερες από τα δημόσια νοσοκομεία, περίπου το 65% των νοσοκομειακών κλινών βρίσκεται σε δημόσια νοσοκομεία και μόνο το 35% στον ιδιωτικό τομέα. Αυτό συμβαίνει επειδή οι περισσότερες ιδιωτικές κλινικές είναι μικρές ή μεσαίες σε μέγεθος (γενικές, μαιευτικές ή ψυχιατρικές κυρίως).
Τα ελληνικά νοσοκομεία εμφανίζουν τη χαμηλότερη μέση διάρκεια παραμονής στην Ε.Ε. (5,2 ημέρες), ενώ η μέση πληρότητα των κλινών (74%) είναι παρόμοια με του μέσου όρου της Ε.Ε.
Ωστόσο τα προβλήματα είναι πολλά -υπερκατανάλωση υπηρεσιών, καθυστερήσεις στην παροχή τους, αυξημένο κόστος και αναποτελεσματικότητα είναι κάποια από αυτά.
Υπολογίζεται πως έως και το ένα τρίτο των έκτακτων εισαγωγών στα γενικά νοσοκομεία για πολλά περιστατικά (ΩΡΛ, γυναικολογικά, οφθαλμολογικά, χειρουργικά), καθώς και το 40% των ορθοπεδικών θα μπορούσαν να αντιμετωπίζονται από υπηρεσίες πρωτοβάθμιας φροντίδας.
Η στελέχωση αυτών των νοσοκομείων είναι επίσης ένα σοβαρό πρόβλημα. Η χώρα έχει το μεγαλύτερο αριθμό γιατρών και το μικρότερο αριθμό νοσηλευτών αναλογικά με τον πληθυσμό της σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ενώ το σύστημα υγείας χρειάζεται τουλάχιστον 2-3 νοσηλευτές ανά γιατρό, εμείς έχουμε σήμερα περίπου 1,3.
Η πρόταση
Οι ειδικοί έθεσαν ως κύρια προϋπόθεση για τη μεταρρύθμιση του νοσοκομειακού τομέα του ΕΣΥ, την μετατροπή των Υγειονομικών Περιφερειών (που πρέπει να είναι 13, όσες και οι διοικητικές περιφέρειες) σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Αυτές, εξασφαλίζοντας το δημόσιο χαρακτήρα του ΕΣΥ, θα εποπτεύουν και θα συντονίζουν τα 125 δημόσια νοσοκομεία, τα οποία θα είναι θυγατρικές των Υγειονομικών Περιφερειών.
Τα ίδια τα νοσοκομεία προτείνεται να λειτουργούν ως Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, καθώς αποτελεί μια πολύ πιο ευέλικτη και αποτελεσματική δομή, δοκιμασμένη στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες αλλά και στα καλά παραδείγματα της δικής μας, όπως το νοσοκομείο «Παπαγεωργίου» ή το «Ωνάσειο». Ως ΝΠΙΔ, τα νοσοκομεία του ΕΣΥ θα είναι υποχρεωμένα να υιοθετήσουν σύγχρονες λογιστικές πρακτικές και σύγχρονη διοικητική οργάνωση, θα δημοσιεύουν ισολογισμούς και θα οφείλουν να παρακολουθούν την ποιότητα, την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα των υπηρεσιών τους. Παράλληλα, ο συντονισμός και ο έλεγχός τους από τις Υγειονομικές Περιφέρειες, που θα είναι ΝΠΔΔ, και η εξασφάλιση των εργασιακών δικαιωμάτων των εργαζομένων θα εξασφαλίζουν το δημόσιο χαρακτήρα του συστήματος.
Η χαρτογράφηση και η αξιολόγηση της αποτελεσματικότητάς τους είναι άλλο ένα σημαντικό στοιχείο που εισάγει η έρευνα. Ενδεικτικά, οι ερευνητές μελέτησαν 11 νοσοκομεία από την κεντρική και δυτική Μακεδονία (τα δύο μεγάλα της Θεσσαλονίκης και εννέα δευτεροβάθμια σε άλλες πόλεις) και χαρτογράφησαν τα προβλήματα και τα κενά.
Όπως διαπίστωσαν, η πλειοψηφία των πολιτών επιλέγει να μεταβεί στα μεγάλα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης («Παπαγεωργίου» και «Παπανικολάου»), ενώ τα περιφερειακά νοσοκομεία στις άλλες πόλεις εμφανίζουν πολύ χαμηλή αποδοτικότητα.
Πιθανές λύσεις περιλαμβάνουν εκτός από τις συγχωνεύσεις, την εισαγωγή νέων θεσμών που αφορούν «ανοικτά νοσοκομεία» ή «συμπλέγματα νοσοκομείων».
Στην έρευνα προτείνονται και άλλες αλλαγές στον ρόλο του υπουργείου Υγείας, στην οργάνωση και τη λειτουργία των Υγειονομικών Περιφερειών, λεπτομερέστερες αλλαγές στο θεσμικό καθεστώς, στην οργάνωση, στη διοίκηση και τη λειτουργία των νοσοκομείων, στην οργάνωση και λειτουργία της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας και στη σχέση του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα υγείας.
Για τη διοίκηση προτείνεται:
- Το υπουργείο Υγείας να διατηρεί επιτελικό και εποπτικό ρόλο στο ΕΣΥ.
- Τη δημιουργία «Κέντρου Στρατηγικού Σχεδιασμού και Αξιολόγησης», ένα ΝΠΙΔ που θα παρακολουθεί και θα αξιολογεί τη λειτουργία του ΕΣΥ σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο και θα γνωμοδοτεί στο υπουργείο Υγείας
- Την ανασυγκρότηση των Υγειονομικών Περιφερειών ως Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου σε κάθε μία από τις 13 διοικητικές περιφέρειες.
- Την ανάπτυξη σε κάθε Υγειονομική Περιφέρεια των θεσμών «Συμπλέγματα Νοσοκομείων», «Δίκτυα Νοσοκομείων» και «Ανοικτά Νοσοκομεία».
- Τη μετατροπή των νοσοκομείων του ΕΣΥ σε Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, ως θυγατρικές εταιρείες των Υγειονομικών Περιφερειών.
- Την ενίσχυση της διοίκησης των νοσοκομείων. Οργάνωση και λειτουργία τους σε επιχειρησιακή βάση με εκτεταμένη αυτονομία και ευθύνη.
- Την πλήρη λογιστική και διοικητική μηχανοργάνωση των νοσοκομείων, λειτουργία νέου ηλεκτρονικού συστήματος προμηθειών.
- Αξιοκρατική και τεχνοκρατική στελέχωση των διοικήσεων των νοσοκομείων.
Για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας η πρόταση περιλαμβάνει:
- Διοίκηση «Δικτύων Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας» από Διοικητικό Συμβούλιο.
- Δημιουργία ιατρικής υπηρεσίας δημόσιας υγείας-κοινωνικής ιατρικής στο υπουργείο Υγείας.
- Επέκταση του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος Μονάδων Υγείας για την προσφορά online υπηρεσιών στους πολίτες, για τη διαχείριση των δεδομένων του συστήματος (για θέματα όπως ο εντοπισμός απάτης ή ο σχεδιασμός προγραμμάτων προληπτικής ιατρικής, μεταξύ άλλων) και για την ανάπτυξη άλλων σύγχρονων εργαλείων.
- Ελάχιστη ή και μηδενική συμμετοχή στο κόστος στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας.
- Μετάβαση από τον θεσμό του «οικογενειακού ιατρού» στην «ολοκληρωμένη οικογενειακή ιατρική», με ομάδες ειδικευμένων επαγγελματιών υγείας που εξυπηρετούν ορισμένο αριθμό οικογενειών.
Για τις δαπάνες συνιστάται:
- Μετατροπή του ΕΟΠΥΥ σε ενιαίο μοναδικό πληρωτή με αποκλειστική διαχείριση του συνόλου των εθνικών πόρων για τις δημόσιες δαπάνες υγείας.
- Αναπροσαρμογή της συμμετοχής των ασφαλισμένων στο κόστος με βάση εισοδηματικά κριτήρια και κριτήρια ανάγκης για φροντίδα υγείας.
- Εισαγωγή ασφαλιστικών τιμών αναφοράς ως ανώτατο όριο κάλυψης και τιμολόγηση χρησιμοποιώντας μια μέθοδο στη βάση σχετικών αξιών των συντελεστών (RBRVS)
- Ειδική φορολογία σε επιβλαβή για τη δημόσια υγεία προϊόντα, τα έσοδα από την οποία θα αποδίδονται στον ΕΟΠΥΥ.
Για την αποτελεσματικότητα των μονάδων προτείνονται:
- Συγχωνεύσεις και αλλαγές χρήσης νοσοκομείων, ιδιαίτερα μικρών, πρώην νομαρχιακών μονάδων. Ανακατανομή των κλινικών και των εργαστηρίων με συγχωνεύσεις ή καταργήσεις και με ίδρυση νέων, με αλλαγή των υφιστάμενων οργανισμών και κανονισμών λειτουργίας.
- Πιο ευέλικτες μορφές συνεργασίας των ιατρών με τα νοσοκομεία. Δυνατότητα ιδιωτών γιατρών να συμβάλλονται με συμβάσεις μερικής ή πλήρους απασχόλησης με νοσοκομεία του ΕΣΥ για έκτακτες ή εποχιακές ανάγκες.
Για το ανθρώπινο δυναμικό επισημαίνεται η ανάγκη για:
- Διαμόρφωση στρατηγικού προγραμματισμού για το ανθρώπινο δυναμικό στο υπουργείο Υγείας σε συνεργασία με το υπουργείο Παιδείας, με αναπροσαρμογή του αριθμού των εισακτέων σε Σχολές Επιστημών Υγείας.
- Ενίσχυση και αναβάθμιση του νοσηλευτικού δυναμικού. Εκσυγχρονισμός του πλαισίου για τη χορήγηση ιατρικών ειδικοτήτων.
- Ανάπτυξη προγραμμάτων διά βίου εκπαίδευσης για όλα τα στελέχη των μονάδων του ΕΣΥ.
Άννα Παπαδομαρκάκη-in.gr